κορακινος

κορακινος
    κορακῖνος
    κορᾰκῖνος
    ὅ
    1) вороненок, молодой ворон Arph.
    2) вороненок (морская рыба черного цвета) Arph., Arst.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "κορακινος" в других словарях:

  • κοράκινος — κοράκινος, ίνη, ον (Α) 1. αυτός που μοιάζει με κόρακα, μαύρος σαν κόρακας 2. φρ. «κορακίνη σφραγίς» είδος φαρμάκου για τον πονόλαιμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κόραξ, κος + κατάλ. ινος (πρβλ. μάλλ ινος, ξύλ ινος)] …   Dictionary of Greek

  • κορακίνος — κορακῑνος, ὁ (ΑM) είδος θαλάσσιου ψαριού που ονομάστηκε έτσι για το μαύρο χρώμα του («ὅλως δὲ ἀγελαῑά ἐστι τὰ τοιάδε θυννίδες... κορακῑνοι», Αριστοτ.) αρχ. 1. μικρός κόρακας, κορακόπουλο 2. (κατά τον Ησύχ.) κορακίας*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κόραξ, κος +… …   Dictionary of Greek

  • κορακῖνος — young raven masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακίνων — κοράκινος like a raven fem gen pl κοράκινος like a raven masc/neut gen pl κορακί̱νων , κορακῖνος young raven masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακίνοις — κοράκινος like a raven masc/neut dat pl κορακί̱νοις , κορακῖνος young raven masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακίνου — κοράκινος like a raven masc/neut gen sg κορακί̱νου , κορακῖνος young raven masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακίνους — κοράκινος like a raven masc acc pl κορακί̱νους , κορακῖνος young raven masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακίνῳ — κοράκινος like a raven masc/neut dat sg κορακί̱νῳ , κορακῖνος young raven masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοράκινον — κοράκινος like a raven masc acc sg κοράκινος like a raven neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακῖνοι — κορακῖνος young raven masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορακῖνον — κορακῖνος young raven masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»